Βιογραφικό Αλεξάνδρου Μ. Σταυροπούλου

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ[1]

  • Καταγωγὴ καὶ Σπουδές (Ἑλλάδα καὶ Ἐξωτερικό)
  • Ἐπάνοδος στὴν Πατρίδα: Ἀκαδημαϊκὴ ἀνέλιξη καὶ Διδακτικὸ Ἔργο
  • Ἀκαδημαϊκὲς Δραστηριότητες καὶ πρωτοβουλίες
  • Συνεργασίες μὲ ἐπιστημονικὰ καὶ θεσμικὰ ὄργανα (Ἑλλάδα καὶ Ἐξωτερικό)
  • Διακονία στὴν Ἐκκλησία: Συνοδικὲς  Ἐπιτροπές - Ἐκπροσώπηση
  • Συνεργασία μὲ τὸ περιοδικό «Ἐφημέριος»
  • Ἡ Ποιμαντική: Ἐπιστήμη καὶ Τέχνη – Θεωρητικὴ θεμελίωση
  • Τὸ Ἐρευνητικὸ ἔργο
  • Ἀνοικτή γραμμή: Ἡ συνεργασία του μὲ τὸ περιοδικὸ «Εὐθύνη» καὶ ἄλλα ἀνοίγματα

 

Καταγωγὴ καὶ Σπουδές (Ἑλλάδα καὶ Ἐξωτερικό)

Γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1937. Οἱ γονεῖς του Μιχαὴλ καὶ Ἀγγελικὴ τὸ γένος Κατσαχνιᾶ φρόντισαν ἀπὸ νωρὶς νὰ τοῦ δώσουν χριστιανικὴ ἀγωγὴ καὶ νὰ τοῦ ἐμφυσήσουν τὸ ζῆλο γιὰ σπουδὲς καὶ πρόοδο. Τελείωσε τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο τῶν Ἰδιωτικῶν Ἐκπαιδευτηρίων Γεωργίου Πέτσου τὸ 1948. Τὸ τότε ἑξατάξιο Γυμνάσιο παρακολούθησε στὸ Λεόντειο Λύκειο Πατησίων τῶν Μαριανῶν Ἀδελφῶν (frères maristes), σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ πατέρα του ποὺ εἶχε ὑπηρετήσει στὸ γαλλικὸ στρατὸ κατὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μὲ τὴν ἀποφοίτησή του τὸ θέρος τοῦ 1954, βραβεύεται ἀπὸ τὸ Σχολεῖο του γιὰ νὰ συμμετάσχει σὲ ἕνα δεκαπενθήμερο ἐκπαιδευτικὸ ταξίδι στὸ Παρίσι μὲ 12μελῆ ὁμάδα μαθητῶν ἐπιτυχόντων  σὲ πανελλήνιο διαγωνισμὸ γαλλικῆς γλώσσας τοῦ Γαλλικοῦ Ἰνστιτούτου. Στὰ ἐφηβικά του χρόνια μετέχει ἐνεργῶς στὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα καὶ στὶς Χριστιανικὲς Μαθητικὲς Ὁμάδες. Ὁ ζῆλος τῶν ὑπευθύνων τοῦ Χριστιανικοῦ Ἔργου ἀλλὰ καὶ τὸ θρησκευτικὸ κλίμα τοῦ Σχολείου του, τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἀπόφαση νὰ σπουδάσει Θεολογία, ἡ ὁποία πίστευε ὅτι θὰ τοῦ ἔδινε τὶς δυνατότητες προσφορᾶς στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία (ἀρ. 208)[2].

Τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1954 εἰσάγεται στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ τὸ 1959 ἀποκτᾶ Πτυχίο Θεολογίας. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν θεολογικῶν του σπουδῶν ἐργάστηκε ὡς στέλεχος στὶς Χριστιανικὲς Μαθητικὲς Ὁμάδες (Χ.Μ.Ο) καὶ στὴ Χριστιανικὴ Φοιτητικὴ Ἕνωση (Χ.Φ.Ε.) καὶ ἔλαβε μέρος στὶς κατασκηνώσεις τοῦ Χριστιανικοῦ Ἔργου. 1959-1961 ἐκπληρώνει τὶς στρατιωτικές του ὑποχρεώσεις ὡς ἔφεδρος ἀξιωματικὸς στὸ Πυροβολικό, ἀπολυθεὶς μὲ τὸ βαθμὸ τοῦ Ἀνθυπολοχαγοῦ. Στὴ διάρκεια τῆς θητείας του στὴ Θεσσαλονίκη ἦλθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τοὺς θρησκευτικοὺς καὶ πνευματικοὺς κύκλους τῆς πόλεως.

Ἐν συνεχείᾳ πραγματοποιεῖ μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὴν Πρακτικὴ Θεολογία  στὸ Πανεπιστήμιο Ἐρλάνγκεν-Νυρεμβέργης (Erlangen-Nürnberg) τῆς Γερμανίας (1961-63) ὡς ὑπότροφος τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν (Καθηγητὴς Kurt Frör). Κατὰ τὸ ἀκαδημαϊκὸ ἔτος 1963-64 ἐργάστηκε -στὸ πλαίσιο τῆς Innere Mission καὶ τοῦ Hilfswerk τῆς Γερμανικῆς Εὐαγγελικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀφοῦ παρακολούθησε εἰδικὸ τρίμηνο σεμινάριο- ὡς Κοινωνικὸς λειτουργὸς πλησίον τῶν ἑλλήνων ἐργατῶν στὸ Aachen τῆς Γερμανίας καὶ Γραμματεὺς τῆς νεοσυσταθείσης τότε Ἱ. Μητροπόλεως Γερμανίας στὴ Βόννη (Μητροπολίτης Πολύευκτος Φινφίνης). Τὸ 1964, μὲ ὑποτροφία τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας (Œuvre d’Orient) καὶ ἐπί τι διάστημα τοῦ Βελγικοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, ἐγγράφεται στὸ Καθολικὸ Πανεπιστήμιο τῆς Λουβαὶν στὸ Βέλγιο γιὰ σπουδὲς Ψυχολογίας καὶ Οἰκογενειακῶν  Ἐπιστημῶν. Τὸ 1967 λαμβάνει πτυχίο Οἰκογενειακῶν Ἐπιστημῶν (Licence ἐπιπέδου Μάστερ, ἀρ. 1) καὶ τὸ 1970 πτυχίο Ψυχολογίας (Licence ἐπιπέδου Μάστερ, ἀρ. 2). Στὶς δύο διπλωματικὲς ἐργασίες εἶχε ὡς ἐπιβλέποντα τὸν Καθηγητὴ Jacques Schotte.

Κατὰ τὴν παραμονή του ἐκεῖ, τύχῃ ἀγαθῇ, εἶχε τὴν εὐκαιρία νὰ παρακολουθήσει την ὑπὸ τὸν Lucien Morren, Καθηγητὴ Φωτομετρίας, «ὁμάδα συνθέσεων» (groupe de synthèses), ποὺ στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Λουβαὶν ἠσχολεῖτο μὲ τὶς σχέσεις πίστης καὶ ἐπιστήμης (ἀρ. 88).

Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν σπουδῶν του στὴ Λουβαὶν γνωρίζει τὴ σύζυγό του Ἑλένη Κοκκοτάκη, ἡ ὁποία σπούδαζε Ψυχολογία στὸ ἴδιο Πανεπιστήμιο καὶ ἐργάστηκε γιὰ μεγάλο διάστημα ὡς Κλινικὴ Ψυχολόγος στὸ ἵδρυμα  Προστασίας καὶ Ἀρωγῆς τῆς Παιδικῆς Ἡλικίας τοῦ Βελγικοῦ Κράτους. Ὁ γάμος τους πραγματοποιήθηκε τὸ 1968 στὸ Νέο Φάληρο.

Τὸ 1971 ἀναγορεύεται Διδάκτωρ Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν  (Ποιμαντικὴ προετοιμασία τῶν μελλονύμφων, ἀρ. 3: ἐπιβλέπων Καθηγητὴς Κωνσταντῖνος Δωρ. Μουρατίδης) καὶ τὸ 1974 Διδάκτωρ Οἰκογενειακῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Λουβαὶν  (LEglise de Grèce face aux problèmes de la procréation, ἀρ. 6: ἐπιβλέπων Καθηγητὴς Mgr. Victor Heylen).

Ὡς ἐπιστημονικὸς βοηθὸς δίδαξε ἕνα χρόνο στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Μπόχουμ (Bochum) τῆς Γερμανίας (1966-67, Καθηγητής Hans-Heinrich Wolf)  καὶ τέσσερα χρόνια στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Λουβαίν (Leuven) στὸ Βέλγιο (1968-72, Καθηγητής Mgr. Victor Heylen). Γιὰ ἕνα μεγάλο διάστημα (1973 κ.ἑ.) συνεργάζεται ὡς ἐλεύθερος ἐρευνητὴς (chercheur libre) στὸ Κέντρο Κλινικῆς Ψυχολογίας καὶ Ἀτομικῶν Διαφορῶν τῆς Σχολῆς Ψυχολογίας καὶ Παιδαγωγικῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Λουβαίν (Centre de Psychologie Clinique et différentielle, Faculté de Psychologie et des Sciences de l’Éducation) μὲ τὸν Καθηγητὴ Jacques Schotte.

 

 

Ἐπάνοδος στὴν Πατρίδα: Ἀκαδημαϊκὴ ἀνέλιξη καὶ Διδακτικὸ Ἔργο

Μετὰ ἀπὸ δωδεκαετῆ ἀπουσία στὸ ἐξωτερικὸ γιὰ σπουδές, ἔρευνα καὶ πανεπιστημιακὴ ἐργασία ἐπιστρέφει στὴν Ἑλλάδα τὸ ἔτος 1973. Γιὰ δυὸ χρόνια (1973-1975) ὑπηρέτησε ὡς Γραμματεὺς στὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Ποιμαντικοῦ Ἔργου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τὸ 1975, μετὰ ἀπὸ πρόταση τοῦ Καθηγητοῦ Κωνσταντίνου Μουρατίδη, διορίζεται ὡς Ἐπιμελητὴς στὸ Σπουδαστήριο Πρακτικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Στὴ συνέχεια ὑπηρέτησε σὲ διάφορες βαθμίδες τοῦ Διδακτικοῦ Ἐρευνητικοῦ Προσωπικοῦ στὴν ἴδια Σχολὴ (Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας): Λέκτορας 1982, Ἐπίκουρος Καθηγητὴς 1984, Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς 1990, ἐκλεγεὶς στὴ βαθμίδα τοῦ Καθηγητοῦ τὸ 1998 ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ ἀφυπηρέτησε τὸ 2004 λαβὼν τὸν τίτλο τοῦ Ὁμοτίμου. Διετέλεσε Διευθυντὴς τοῦ Τομέα Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς καὶ Διαποιμάνσεως κατὰ τὰ ἔτη 1995-1997, 2000-2001 καὶ 2002-2004.

Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Πανεπιστημιακῆς του θητείας δίδαξε μαθήματα τῶν γνωστικῶν ἀντικειμένων τῆς Ποιμαντικῆς Θεολογίας καὶ τῆς Ψυχολογίας: 1. Ποιμαντική, 2. Συμβουλευτικὴ Ποιμαντική, 3. Ποιμαντικὴ Ψυχολογία καὶ Ἐξομολογητική, 4. Ποιμαντικὴ Γάμου καὶ Οἰκογενείας, 5. Ἱστορία, Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινωνικῆς Διακονίας, 6. Εἰσαγωγὴ στὴν Ψυχολογία, 7.  Ψυχολογία τῶν Ἀτομικῶν Διαφορῶν καὶ 8. Εἰδικὰ Θέματα Ψυχολογίας. Τὰ ὑπ’ ἀρ. 2, 4, 6 καὶ 8 μαθήματα διδάχθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο γιὰ πρώτη φορὰ στὸ Τμήμα. Εἰσήγαγε μάλιστα δύο νέα μαθήματα στὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν τοῦ Τμήματος: τὴν «Ἐπικοινωνιακὴ Θεολογία» καὶ τὴν «Πληροφορικὴ Κοινωνικὴ Θεολογία» (ἀρ. 323). Συμμετεῖχε ἐπίσης στὸ Προπτυχιακὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν γιὰ Θέματα Φύλου καὶ Ἰσότητας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (2003-2005)  μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ μαθήματος Ποιμαντικὴ γάμου, οἰκογενείας καὶ ἰσότητας τῶν δύο φύλων (ἀρ. 336). Δίδαξε ἐπίσης στὸ Μεταπτυχιακὸ Πρόγραμμα Σπουδῶν «Ποιμαντικὴ Θεολογία καὶ Ἀγωγή» τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας μαθήματα τῆς εἰδικεύσεώς του (1997-2006). Διετέλεσε μάλιστα καὶ ὑπεύθυνος τοῦ Προγράμματος ἀπὸ τῆς ἐνάρξεώς του μέχρι καὶ τὴν ἀφυπηρέτησή του (1997-2004). Δίδαξε ἐπίσης σὲ μεταπτυχιακά προγράμματα καὶ ἄλλων Τμημάτων τοῦ Πανεπιστημίου καὶ ὁ ἴδιος συχνὰ προσκαλοῦσε συναδέλφους γιὰ νὰ διδάξουν στὸ πλαίσιο δικῶν του μαθημάτων.

Στὴ διδακτική του δραστηριότητα θὰ πρέπει νὰ περιληφθεῖ καὶ ἡ συμμετοχή του σὲ τριμελεῖς συμβουλευτικὲς ἐπιτροπὲς γιὰ τὴν ἐκπόνηση διδακτορικῶν διατριβῶν καὶ μεταπτυχιακῶν διπλωματικῶν ἐργασιῶν εἴτε ὡς μέλους εἴτε ὡς ἐπιβλέποντος, καθὼς καὶ σὲ ἑπταμελεῖς γιὰ τὴν ἐξέταση ὑποψηφίων διδακτόρων. Συμμετεῖχε ἐπίσης σὲ τριμελεῖς εἰσηγητικὲς ἐπιτροπὲς γιὰ τὴν ἐξέλιξη Δ.Ε.Π. σὲ ἀνώτερη βαθμίδα στὸ Τμήμα Κοινωνικῆς Θεολογίας καὶ σὲ ἄλλα Τμήματα.

Σημειώνεται ἀκόμα ἡ συμμετοχή του σὲ ἐξεταστικὲς ἐπιτροπὲς τοῦ Ἱδρύματος Κρατικῶν Ὑποτροφιῶν (Ι.Κ.Υ.) στὰ μαθήματα της εἰδικότητός του γιὰ προγράμματα ἐσωτερικοῦ καὶ ἐξωτερικοῦ. Μὲ πρότασή του συμπεριελήφθησαν στὸ Πρόγραμμα ἐξετάσεων δύο νέες εἰδικότητες: ἡ Συμβουλευτικὴ Ποιμαντικὴ  καὶ ἡ Ἱστορία, Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κοινωνικῆς Διακονίας. Τακτικὴ ἦταν ἡ συμμετοχή του στὶς ἐξετάσεις τῶν κληροδοτημάτων τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν γιὰ φοιτητικὲς ὑποτροφίες.

Ἐπίσης συμμετεῖχε στὴν προετοιμασία καὶ ὡς διδάσκων σὲ τριετὲς διαπανεπιστημιακὸ (ἑπτὰ εὐρωπαϊκῶν Πανεπιστημίων) ἐντατικὸ πρόγραμμα Erasmus. Πρόκειται γιὰ σεμινάριο σὲ «Διεπιστημονικὰ θέματα Ἀνθρωπολογίας (ἰδιαίτερα Κλινικῆς Ἀνθρωπoλoγίας)» κατὰ μήνα Σεπτέμβριo καὶ κατὰ τὰ Ἔτη 1994, 1995, 1996 στὸ Soutelο τῆς Πορτογαλίας, στὸ Namur τοῦ Βελγίου καὶ στὴ Rennes τῆς Γαλλίας. Ἦταν ἕνα πρόγραμμα βασιζόμενο στὴ θεωρία τῆς διαμεσολάβησης ἢ μεσιτείας (Théorie de la Médiation) μὲ σκοπὸ τὴν ἐπιστημολογικὴ ἀνακατάταξη αὐτῶν ποὺ ὀνομάζουμε ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου (ἀρ. 214β, 226 καὶ 309β). Τὸν συνόδευε πάντοτε πενταμελὴς ἢ ἑξαμελὴς ὁμάδα προ- καὶ μεταπτυχιακῶν φοιτητῶν τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας, τοὺς ὁποίους προετoίμαζε θεωρητικὰ καὶ βοηθοῦσε στὴ σύνταξη τῶν ἐκεῖ ἀνακοινώσεών τους. Συμμετεῖχε ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τὸ ὁποῖο καὶ χορηγοῦσε μέρος τῶν ἐξόδων μεταβάσεως καὶ ἐπιστροφῆς τῆς ἑλληνικῆς ὁμάδος. 

Ἐπιπλέον εἶχε προσκληθεῖ νὰ συμμετάσχει σὲ σχέδιο ἀνάπτυξης πανεπιστημιακοῦ προγράμματος σπουδῶν προχωρημέvου ἐπιπέδου "Masters" (CDA) μεταξὺ 16 εὐρωπαϊκῶν Πανεπιστημίων σὲ θέματα «Κλινικῆς ἐπιστημoλoγίας καὶ ἔρευνας στὶς ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου», στὸ πλαίσιο τοῦ «Προγράμματος Σωκράτης» (1997-2000).

Στὴ συνάφεια αὐτὴ ἐγγράφεται ἡ μὲ πρωτοβουλία του πρόσκληση τοῦ Βέλγου ὁμοτίμου Καθηγητοῦ τῆς Ψυχολογίας τῆς Θρησκείας στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Λουβαὶν κ. Antoine Vergote ἀπὸ τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν νὰ ἀναπτύξει στὸ Κεντρικὸ Ἀμφιθέατρο τῆς Σχολῆς, στὶς 26 Ἀπριλίου 1993, τὸ πολὺ ἐνδιαφέρον θέμα: «Ἡ ψυχολογία τῆς ἀπιστίας» (ἀρ. 191).

 

Ἀκαδημαϊκὲς Δραστηριότητες καὶ πρωτοβουλίες

Μέ πρωτοβουλία του δημιουργήθηκαν στὴ Θεολογική Σχολὴ Αἴθουσα Πολυμέσων καὶ Ψηφιακῆς Τεχνολογίας καὶ Αἴθουσα Πληροφορικῆς μὲ στόχο τὴν ὀπτικοακουστικὴ ὑποστήριξη τῆς διδασκαλίας καὶ τὴν ἐκμάθηση τῆς ἠλεκτρονικῆς τεχνολογίας. Μὲ ἐνέργειές του ἔγινε δυνατή μάλιστα ἡ μετάταξη τεχνικοῦ ὑπαλλήλου γιὰ τὴν εὔρυθμη λειτουργία τῆς Αἴθουσας. Διετέλεσε Πρόεδρος τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς μέχρι τὸ 2004. Τὴν ὅλη προσπάθεια στήριξαν οἱ ἀποσπασμένοι στὸν Τομέα κ.κ. Ἀθανάσιος Ν. Παπαθανασίου καὶ Ἄγγελος Γ. Βαλλιανᾶτος.

Μὲ συνεργάτες του (π. Ἀδαμάντιος Αὐγουστίδης, κα Πανωραία Κουφογιάννη, κ. Στέφανος Χρ. Κουμαρόπουλος, κα Αριάδνη Σαραντουλάκου μέλος ΕΤΕΠ τοῦ Τομέα) ἔθεσε σὲ λειτουργία ὑπὸ τὴν ἐποπτεία του τὸ Γραφεο Συμβουλευτικς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ (ἀρ. 311, 354) γιὰ ἐξυπηρέτηση φοιτητῶν καὶ κληρικῶν σὲ θέματα ψυχικῆς ὑγείας (1998-2004). Φρόντισε ἐπίσης νὰ ἀποσπασθεῖ στὸν Τομέα Χριστιανικῆς Λατρείας, Ἀγωγῆς καὶ Διαποιμάνσεως ἡ Κοινωνικὴ Λειτουργὸς καὶ Θεολόγος κα Εὐτυχία Γιαννουλάκη γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ Γραφείου ἀλλά καὶ διευκόλυνση τῶν φοιτητῶν καὶ φοιτητριῶν σὲ ζητήματα κοινωνικῆς φύσεως (ἀρ. 220). Στὸ πλαίσιο αὐτό ὀργανώθηκαν καὶ μαθήματα Πρώτων Βοηθειῶν.

Ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας σὲ συνεργασία μὲ τὴν Ψυχιατρικὴ Κλινική τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καὶ τὸ Κέντρο Ψυχικῆς Ὑγιεινῆς, ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς Ἑλληνικῆς Ψυχιατρικῆς Ἑταιρείας, συμμετεῖχε μὲ ἐνεργὸ ἐποπτεία σὲ Ἐκπαιδευτικὸ Πρόγραμμα, γιὰ κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς συνεργάτες τῆς Ἐκκλησίας μὲ τίτλο: «Ποιμαντικὴ Πράξη καὶ Ψυχικὴ Ὑγεία» (Φεβρουάριος-Δεκέμβριος τοῦ 2000, ἀρ. 282). Τὸν ὅλο συντονισμὸ τοῦ Προγράμματος εἶχε ὁ ψυχίατρος καὶ Δρ. Θ. π. Ἀδαμάντιος Αὐγουστίδης.

Συνεργάστηκε ἐπίσης μὲ τὸ «Κέντρο Μελέτης καὶ Ἔρευνας τοῦ Ὀρθοδόξου Πολιτισμοῦ» τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς γιὰ τὴ διοργάνωση δύο Ἐπιμορφωτικῶν Σεμιναρίων Κληρικῶν Ἱ. Μητροπόλεων τοῦ Λεκανοπεδίου Ἀττικῆς (20-31 Μαΐου 2002 καὶ 19-29 Μαΐου 2003) καθὼς καὶ Διημερίδος μὲ θέμα «Ἐκκλησία καὶ Πολιτισμός» (7-8 Ἰουνίου 2002, ἀρ. 361 καὶ 373 κεφ. 13).

Ἔχει συμμετάσχει μὲ διαλέξεις σὲ Συνάξεις καὶ Σεμινάρια Ἱερέων, Σχολῶν Γονέων πολλῶν Ἱ. Μητροπόλεων τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Κύπρου, σὲ Σεμινάρια ἐπιμορφώσεως Θεολόγων Καθηγητῶν τῆς Πανελληνίου Ἑνώσεως Θεολόγων (Π.Ε.Θ.)καὶ στὸ Φροντιστήριο Ὑποψηφίων Κατηχητῶν τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

 

Συνεργασίες μὲ ἐπιστημονικὰ καὶ θεσμικὰ ὄργανα (Ἑλλάδα καὶ Ἐξωτερικό)

Ἔχει διατελέσει καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι μέλος ἤ συνεργάτης πολλῶν πιστημονικν ταιριν, Συνδέσμων,νώσεων, Συλλόγων καὶ Συμβουλίων στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ ἐξωτερικό.

  • Στὴν Ἑλλάδα:

-          Πανελλήνιος Ἕνωσις Θεολόγων (Π.Ε.Θ.).

-          Διορθοδόξο Κέντρο «Πορευθέντες», μέλος καὶ ἐκπρόσωπος (1986-1992) τῶν ἑλληνικῶν μὴ κυβερνητικῶν ὀργανώσεων ποὺ συνεργάζονται μὲ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση (Ε.Ε.) σὲ θέματα ἀνάπτυξης τοῦ Τρίτου Κόσμου (Μ.Κ.Ο.Α.): ὁμάδα ἐργασίας ἐθελοντῶν - ἀνθρωπίνων πόρων (ἀρ. 90, 102).

-          Σύλλογος Ἑλλήνων Ψυχολόγων (Σ.Ε.Ψ.), τακτικὸ μέλος.

-          Ἑλληνικὴ Ψυχολογικὴ Ἑταιρεία (ΕΛΨΕ), τακτικό μέλος.

-          Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία Εὐγονικῆς καὶ Γενετικῆς τοῦ Ἀνθρώπου (Ε.Ε.Ε. & Γ.Α.), μέλος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου, Γενικὸς Γραμματέας καὶ Ἀντιπρόεδρος (ἀρ. 10, 19).

-          «Ἐπιτροπὴ Μελέτης Πληθυσμοῦ» τοῦ Ὑπουργείου Συντονισμοῦ 1976-1978 (ἀρ. 18).

-           «Ἐπιτροπή Βιοηθικῆς» τῆς Γενικῆς Γραμματείας Ἔρευνας καὶ Τεχνολογίας τοῦ Ὑπουργείου Ἀνάπτυξης (ἀρ. 322).

-          Συμβούλιο τοῦ Ὑπολογιστικοῦ Κέντρου τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.

 

  • Στὸ Ἐξωτερικό:

-          Εὐρωπαϊκὴ Ἐπιτροπὴ Ποιμαντικῆς Φροντίδος καὶ Συμβουλευτικῆς (European Committee on Pastoral Care and Counselling), ἀρ. 13, 20, 129, 161.

-          Διεθνὴς Ἑταιρεία Πρακτικῆς Θεολογίας (Société Internationale de Théologie Pratique, S.I.T.P.), ἱδρυτικὸ μέλος καὶ ἁρμόδιος γιὰ θέματα Ὀρθοδόξου Πρακτικῆς Θεολογίας, ἀρ. 210, 214, 254, 300, 349.

-          Γερμανικὴ Ἑταιρεία Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας (Deutsche Gesellschaft für Pastoralpsychologie, DGfP), συνεργάτης.

-          Διεθνὴς Σύνδεσμος Ἰατρο-Ψυχολογικῶν καὶ Θρησκευτικῶν Μελετῶν (Association Internationale d’Études Médico-Psychologiques et Religieuses, A.I.E.M.P.R .), ἐθνικὸς ἐκπρόσωπος καὶ μέλος τοῦ Γραφείου (Bureau) τοῦ Συνδέσμου (ἀρ. 186, 240, 274, 308, 309, 324, 333, 369, 372).

-          Διεθνής Ἑταιρεία Ψυχολογίας τοῦ Βάθους (Internationale Gesellschaft für Tiefenpsychologie).

-          Κέντρο Βιοηθικῆς τοῦ Καθολικοῦ Πανεπιστημίου del Sacro Cuore τῆς Ρώμης (ἀρ. 204, 265).

-          Συμβουλευτικὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Γραφείου Οἰκογενειακῆς Ἀγωγῆς καὶ Ποιμαντικῆς τῆς Οἰκογενείας τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν (Advisory Committee, Office of Family Educatiοn and Family Ministries, World Counsil of Churches) ἀρ.  15, 16, 21, 22.

-          Μικτὴ Ὁμάδα Ἐργασίας τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας πρὸς ἀναζήτηση κατευθυντηρίων γραμμῶν σχετικὰ μὲ τὸν οἰκουμενικὸ διάλογο ἐπὶ θεμάτων ἠθικῆς ὑφῆς 1993-1994 (ἀρ. 227 καὶ 250).

 

Διακονία στὴν Ἐκκλησία: Συνοδικὲς  Ἐπιτροπές - Ἐκπροσώπηση

  • Ø Μετέχει σὲ πιτροπς τς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος:

-          Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Θείας Λατρείας καὶ Ποιμαντικοῦ Ἔργου.

-          Εἰδικὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ ἐπὶ Εἰδικῶν Ποιμαντικῶν Θεμάτων καὶ Καταστάσεων.

-          Συνοδικὸν Γραφεῖον Προσκυνηματικῶν Περιηγήσεων (Θρησκευτικοῦ Τουρισμοῦ). Στὸ πλαίσιο τοῦ Γραφείου εἶχε ὁρισθεῖ μέλος Ἐπιτροπῆς διενεργείας καὶ ἀξιολόγησης δύο Διαγωνισμῶν μὲ τὴν ἐπωνυμία Στὰ βήματα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ μαθητὲς α) στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Κύπρο καὶ β) στὴ Δυτικὴ Εὐρώπη.

-          Εἰδικὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Γάμου, Οἰκογενείας, Προστασίας τοῦ Παιδιοῦ καὶ Δημογραφικοῦ Προβλήματος.

-          Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Χριστιανικοῦ Οἰκογενειακοῦ Προγραμματισμοῦ (1986).

-          Ὁμάδα ἐργασίας γιὰ τὴ σύνταξη σχεδίου ἀναδιοργανώσεως τοῦ Ποιμαντικοῦ Ἔργου τῆς Ἐκκλησίας.

-          Συνοδικὴ Ὑποεπιτροπὴ ἀντιμετωπίσεως ἀρνητικῶν ἐκδηλώσεων καὶ ἐνεργειῶν πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν.

-          Συντακτικὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Περιοδικοῦ «Ἐκκλησία», «Ἐφημέριος», «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» (ἔγγραφον τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καὶ Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Ε.Μ.Υ.Ε.Ε. ἀπὸ 8 Δεκεμβρίου 1999).

-          (Εἰδικὴ) Ἐπιτροπὴ Μελέτης τῆς Ἀρχαιολατρίας-Νεοειδωλολατρίας (1999-2002).

  • Εἶναι ἐπίσης μέλος τῆς «Συμβουλευτικῆς Κληρικολαϊκῆς Ἐπιτροπῆς Ποιμαντικοῦ Ἔργου» (ΣΚΕΠΕ) τῆς Κεντρικῆς Διευθύνσεως Ποιμαντικοῦ Ἔργου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν.
  • Ἔχει ἐκπροσωπήσει ἐπανειλημμένως τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος σὲ πολλὰ Συνέδρια ποιμαντικο νδιαφέροντος στὸ ἐξωτερικό ὑποβάλλων στὴν Ἱ. Σύνοδο ἐκθέσεις τῶν πεπραγμένων καὶ προτάσεις ἐπὶ τῶν πρακτέων (ἀρ. 15 καὶ 22, 16 καὶ 21, 20, 33, 168, 204, 210 καὶ 214, 265, 403).
  • Τιμητική διάκριση: Γιὰ τὴν προσφορὰ ὑπηρεσιῶν του πρὸς τὴν Ἐκκλησία ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τοῦ ἀπένειμε τὸν Χρυσοῦν Σταυρὸν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπεδόθη ὑπὸ τοῦ (Μακαριστοῦ) Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος (Κυροῦ) Χριστοδούλου κατὰ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Μνήμης τοῦ Ἁγίου Φωτίου στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν στὶς 5 Φεβρουαρίου 2007.

 

Συνεργασία μὲ τὸ περιοδικό «Ἐφημέριος»

Θὰ πρέπει νὰ τονισθεῖ ἡ συνεργασία του μὲ τὰ περιοδικὰ «Ἐκκλησία», «Κοινωνία» καὶ ἄλλα θρησκευτικὰ ἔντυπα, ἰδιαίτερα, ὅμως, μὲ τὸν «Ἐφημέριο» ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς κληρικοὺς μὲ στόχο τὴν διὰ βίου ποιμαντικὴ ἐκπαίδευση καὶ ἐνημέρωση τῶν στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἀρθρογραφεῖ ἀνελλιπῶς ἀπὸ τὸ 1983 ἕως σήμερα, μετά ἀπὸ πρόσκληση γιὰ συνεργασία τοῦ Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ  Εὐαγγέλου Δ. Θεοδώρου, τοῦ ἐπὶ μακρὸν χρόνον διατελέσαντος Διευθυντοῦ τῶν περιοδικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Βασικὴ ἐπιδίωξη τῆς ἀρθρογραφίας αὐτῆς εἶναι ἡ μέσῳ τῶν στηλῶν τοῦ περιοδικοῦ προβολὴ στὴν ποιμαντικὴ πράξη ἐρευνητικῶν πορισμάτων καὶ μεθόδων διαποιμάνσεως, παλαιοτέρων καὶ νεωτέρων, μὲ τρόπο ἀπὸ ψυχολογικὴ καὶ παιδαγωγικὴ ἄποψη σύγχρονο, ἔτσι ὥστε νὰ προκαλοῦν τὸν ἀναγνώστη νὰ ἀναλάβει παρόμοια ποιμαντικὰ «γυμνάσματα». Καταβλήθηκε μάλιστα ἰδιαίτερη φροντίδα ὡς πρὸς τὸν τρόπο παρουσιάσεως τοῦ ὑλικοῦ ὥστε νὰ διευκολυνθεῖ ἡ μετάδοση τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος πρὸς τὸ σύγχρονο ἄνθρωπο.

Ὁ τρόπος προσεγγίσεως τῆς θεματολογίας εἶναι διεπιστημονικός. Στηρίζεται στὶς ὀρθόδοξες θεολογικὲς ἀρχὲς τῆς συνεργίας καὶ τῆς προσλήψεως στοιχείων ἀπὸ ποικίλες περιοχὲς γνώσεως, ζωῆς καὶ δημιουργίας. Προϋποθέτει μία φιλοκαλικὴ στάση προσβάσεως καὶ διαβάσεως στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Ἀκόμη χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ διάθεση τοῦ συγγραφέα νὰ διακονήσει τὴν Ποιμαντικὴ ὡς «τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν», στηριζόμενος στὴν ἐμπειρία τοῦ πληρώματος τῆς  Ἐκκλησίας.

Ὁ τρόπος γραφῆς τῶν κειμένων κάνει φανερὴ μία βασισμένη στὴν ἔρευνα διδασκαλία τῆς Ποιμαντικῆς, ποὺ θεωρεῖ ἀνοικτὴ γιὰ ἐφαρμογὲς στὴν ποιμαντικὴ πράξη τὴν ποιμαντικὴ θεωρία. Ἀφήνει ἔτσι νὰ διαφανεῖ μία θεωρία ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀμφίδρομης ἐπικοινωνίας μεταξὺ ποιμαντικῆς θεωρίας καὶ πράξεως. Σκοπεύει μάλιστα στὴν ἐνεργοποίηση τοῦ «τρισσοῦ ἀξιώματος» ἑνὸς συγχρόνου πανεπιστημίου, ποὺ δίνει ἔμφαση ἐξίσου τόσο στὴν ἔρευνα καὶ τὴ διδασκαλία ὅσο καὶ στὶς ἐφαρμογὲς ἐπὶ τοῦ πεδίου.

Ἡ θεματικὴ ἄλλωστε τῶν ἄρθρων καλύπτει βασικὲς πτυχές, κατηγορίες καὶ διαστάσεις τῆς ποιμαντικῆς διακονίας τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ ἄρθρα, συγκροτούμενα σὲ θεματικὲς ἑνότητες, δίνουν βασικὲς ἀπαντήσεις ὡς πρὸς τὸ ὑποκείμενο καὶ τὸ ἀντικείμενο τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου, τὰ ζητήματα καὶ τὶς περιοχὲς ζωῆς ποὺ ἐγγίζει, τὸν χῶρο ὅπου ἀσκεῖται, τὶς μεθόδους ποὺ ἀκολουθεῖ, τὸν χρόνο κατὰ τὸν ὁποῖο ἐπιτελεῖται, τὴν αἰτία καὶ τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ἀσκεῖται καὶ τὸν στόχο πρὸς τὸν ὁποῖο ἀποβλέπει. Ἀπαντοῦν, δηλαδή, σὲ ὀκτὼ βασικὰ ἐρωτήματα: ποιὸς καὶ ὡς τί ποιμαίνει ποιόν, ποῦ, πῶς, πότε, γιατί, πρὸς τί, σὲ τί; Ὁ προβληματισμὸς εἶναι σύγχρονος καὶ ἡ διακονία ἔχει τὴν πρόθεση νὰ εἶναι θεραπευτική. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ ἐνεργοποιεῖ τὶς χαρισματικὲς δυνάμεις τῆς  Ἐκκλησίας.

Ἡ συστηματικὴ αὐτὴ παρουσίαση τῆς εἰκοσιπεντάχρονης ἀρθρογραφίας, ἀποτυπωμένη μὲ τὴ βοήθεια συνεργατῶν του σὲ ἠλεκτρονικὴ μορφὴ ὡς βάση δεδομένων, στοιχειοθετεῖ κατὰ κάποιον τρόπο ἕνα  «Ἐγχειρίδιο Ποιμαντικῆς», χρήσιμο τόσο σὲ προπτυχιακοὺς καὶ μεταπτυχιακοὺς φοιτητὲς ὅσο καὶ σὲ ποιμένες, θεολόγους καθηγητές, εἰδικοὺς ἐπιστήμονες καὶ ποιμαντικοὺς συνεργάτες τῶν ἐνοριῶν (ἀρ. 416).

 

 

Ἡ Ποιμαντική: Ἐπιστήμη καὶ Τέχνη – Θεωρητικὴ θεμελίωση

            Ἐὰν δίδεται ἔμφαση στὴν ἀρθρογραφία τοῦ «Ἐφημερίου» εἶναι γιατί προσφέρει ἁπτὸ παράδειγμα τῶν τοποθετήσεων τοῦ Καθηγητοῦ καὶ τῶν προτεραιοτήτων του. Ἡ γνώση ποὺ εἶχε ἀποκτηθεῖ μὲ σπουδὲς καὶ ἔρευνα στοὺς ποικίλους χώρους τοῦ ἐπιστητοῦ, τῆς Θεολογίας καὶ τῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Ἀνθρώπου καὶ ἰδιαίτερά της Ψυχολογίας (ἀρ. 17, 282, 287, 381, 393) δὲν ἔπρεπε νὰ παραμένει σὲ ἐπίπεδο σπουδαστηρίου καὶ αἰθουσῶν διδασκαλίας, ἐν εἴδει κλειστοῦ κυκλώματος, ἀλλὰ νὰ μεταγγίζεται σὲ ἀποδέκτες, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴ σειρά τους ὡς πολλαπλασιαστὲς θὰ τὴν μετέδιδαν ἀκόμη πιὸ πέρα, στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ κόσμου.

            Ὁπωσδήποτε εἶχε προηγηθεῖ ἡ συστηματικὴ διερεύνηση τῆς θεολογικῆς μαθήσεως ποὺ καλεῖται Ποιμαντικὴ καὶ ἡ ἀνάδειξή της ὡς θεολογικῆς ἐπιστήμης καὶ τέχνης, στὸ πλαίσιο μιᾶς σύγχρονης γνωσιοθεωρητικῆς συζητήσεως, λαμβανομένων ὑπόψη τόσο τῶν ἀρχῶν καὶ τῶν προϋποθέσεών της ὅσο καὶ τῆς μεθοδολογίας της. Τὰ ἀποτελέσματα τὰ κατέγραψε στὸ σύγγραμμά του Ἐπιστήμη καὶ Τέχνη τῆς Ποιμαντικῆς (ἀρ. 228). Οἱ ἐφαρμογὲς ποὺ ἀνέλαβε στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο στὶς ποικίλες διαστάσεις τοῦ Ποιμαντικοῦ Ἔργου συνέβαλαν ὥστε ἡ «πράξη νὰ γίνει ἐπίβαση τῆς θεωρίας» καὶ νὰ ἀπαντηθοῦν ἔτσι θεωρητικὰ ἐρωτήματα ποὺ  ἀπασχολοῦν ἐκπροσώπους τῆς Πρακτικῆς Θεολογίας μέσῳ τῆς ἔρευνας. Δὲν παρέμεινε κατὰ ταῦτα ὁ θεωρητικὸς στοχαστὴς καὶ μελετητὴς τῶν ζητημάτων.

Θέλησε κατὰ συνέπειαν νὰ ἐρευνήσει στὴν πράξη καὶ νὰ ἐπιβεβαιώσει ἀπ’αὐτὴν στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, τὶς  ἀπαντήσεις στὰ ἐρωτήματα ποὺ ἔθετε ὁ ἴδιος ἢ ἐτίθεντο  ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ ἰδιαίτερα στὰ θέματα ποὺ ἀκολουθοῦν.

            Τὰ ἀποτελέσματα τῶν ἐρευνῶν του ἔχουν ἀνακοινωθεῖ σὲ πληθώρα εἰσηγήσεων σὲ Συνέδρια καὶ ἔχουν ἀποτυπωθεῖ σὲ ἐπιστημονικὰ περιοδικὰ καὶ συγγράμματα. Ἐπιλογὴ τῶν ἐτῶν 1970 – 2010 δημοσιεύεται ὡς πρῶτος τόμος τῆς σειρᾶς «Ἀνάλεκτα» τοῦ περιοδικοῦ «Θεολογία» (ἀρ. 413).

 

Τὸ Ἐρευνητικὸ ἔργο

γάμος,οἰκογένεια, ἡ σωστὴ προετοιμασία καὶ διαποίμανσή τους (ἀρ. 1, 3, 193, 332) ἀλλὰ καὶ ἡ σεξουαλικὴ διαπαιδαγώγηση ὡς θεσμὸς (ἀρ. 14 , 19, 71), ὑπῆρξαν ἀπὸ τοὺς πρώτους στόχους ποὺ ἔθεσε πρὸς διερεύνηση καὶ ἐφαρμογή. Μία ἀπὸ τὶς ἐφαρμογὲς ὑπῆρξε ἡ μὲ πρωτοβουλία τοῦ σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φθιώτιδος κ. Νικολάου, ἔναρξη πιλοτικοῦ προγράμματος προετοιμασίας γάμου στὴν Ἱ. Μ. Φθιώτιδος κατόπιν ἐγκρίσεως τῆς Ἱ. Συνόδου καὶ μὲ τὴ συνεργασία μεταπτυχιακῶν φοιτητῶν του καὶ τοῦ Γραμματέως τῆς Ἱ. Μητροπόλεως κ. Τριαντάφυλλου Κ. Μπολτέτσου. (ἀρ 321, 385). Συναφές ἦταν καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴ λεπτὴ θέση τῆς Πρεσβυτέρας δίπλα στὸν ἱερέα σύζυγό της καὶ ἐνδιαφέρουσες οἱ ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτηματολόγιο ἔρευνας μέσῳ τοῦ «Ἐφημερίου» (ἀρ. 64, 82). Ἡ τεκνογονία ἀπασχολοῦσε ἔντονα πνευματικοὺς καὶ ἐγγάμους. Ὑπάρχουσα ἐγκύκλιος τῆς Ἱεραρχίας προβλημάτιζε ἀμφοτέρους (ἀρ. 6, 7, 11). Ὁ τρόπος συμβουλευτικῆς καὶ καθοδηγήσεώς τους ἔπρεπε νὰ βρεῖ γερὰ  ἐρείσματα στὴν παράδοση ἀλλὰ καὶ στὴν ἀρωγὴ ἐκ μέρους τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης. Ἐρευνήθηκε ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως τῶν προβλημάτων ἀπὸ ἕνα σύγχρονο Κέντρο (ἀρ. 2) ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἐξομολόγους (ἀρ. 6).

Ἡ σύγχρονη ἐποχὴ ὅμως, ἐγείρει πλέον περίπλοκα ζητήματα ποὺ συνδέονται μὲ τὴν Βιοηθική. Σ’αὐτὸν τὸν χῶρο ὁ Καθηγητὴς ἀφιέρωσε ἀρκετὲς δυνάμεις συνεργαζόμενος καὶ στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ ἐξωτερικὸ μὲ φορεῖς ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διαφωτίσουν τοὺς προβληματισμούς του καὶ νὰ συμβάλουν στὴν ἐπίλυσή τους (ἀρ. 9, 10, 334, 336, 368). Δὲν τὸν ἐνδιέφερε μόνο ἡ θεωρητικὴ ἄποψη τῆς Ἐκκλησίας ἢ τῆς Ἐπιστήμης (ἀρ. 382) ἀλλὰ καὶ πῶς αὐτὴ ἀντιμετωπιζόταν ἀπὸ τὴν κοινὴ γνώμη. Σημαντικὴ ἦταν ἡ ἐμπλοκὴ στὴν ἔρευνα τῆς κας Ἀριάδνης Σαραντουλάκου (M.Th.) καὶ τῶν μεταπτυχιακῶν φοιτητῶν (ἀρ. 343, 350), γιὰ τοὺς ὁποίους ὑπῆρχε φροντίδα ἐρευνητικῆς συμμετοχῆς τους στὴν προετοιμασία ἡμερίδων καὶ συνεδρίων (ἀρ. 295, 333, 365).

Τὸ ζήτημα τῆς συμβουλευτικῆς συμπαραστάσεως γενικότερα ἀντιμετωπίστηκε μὲ ἐξονυχιστικὴ διερεύνηση τῶν πηγῶν ἀφ’ ἑνὸς (ἀρ. 43, 56, 412) ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ἐντοπισμὸ σύγχρονων μορφῶν πνευματικῆς παρουσίας στὰ πλαίσια τῆς Ἔρευνας  «Πνευματικὴ Γεωγραφία» (ἀρ. 362, 415). Στόχος της ἦταν ἡ συλλογὴ στοιχείων ποὺ ἀφοροῦν σὲ σύγχρονους Γέροντες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἀσκήσεως ἀπ΄ αὐτοὺς τῆς συμβουλευτικῆς διακονίας (ἀρ. 60, 68). Σύμφωνα μὲ ὁμολογία του τὸ ἐνδιαφέρον του πρὸς αὐτή τὴν κατεύθυνση δρομολογήθηκε ἀπὸ συζητήσεις μὲ τὸν πατέρα Ἠλία Μαστρογιαννόπουλο, τὴν θεολόγο Σωτηρία Νούση καὶ τὴν παρότρυνση καὶ καθοδήγηση τοῦ Γέροντος Πορφυρίου (ἀρ. 159, 164), στὸν ὁποῖον μάλιστα καὶ ἀφιερώνει τὸ ὑπὸ ἔκδοση βιβλίο του Ὀρθόδοξη Συμβουλευτικὴ Ποιμαντικὴ (ἀρ. 412) ὡς «φωτεινὸ ὁρόσημο μιᾶς πνευματικῆς γεωγραφίας τῶν νεωτέρων χρόνων».

            Μὲ τὰ πρόσωπα εἶναι συνδεδεμένοι καὶ τόποι πνευματικῆς ἀνατάσεως. Στὴν ἀναζήτηση τέτοιων τόπων σκόπευε καὶ ἑτέρα ἔρευνα μὲ τὴν ὀνομασία «Θεραπευτικὸς Τουρισμὸς» (ἀρ. 97, 110, 310, 364). «Αὐτοὶ οἱ τόποι συνιστοῦν “σημεῖα” ποὺ ἐντάσσονται σὲ μία «πνευματικὴ γεωγραφία», τὰ ὁποῖα, ὅταν ἑνωθοῦν μεταξύ τους, χαρτογραφοῦν ὁδοιπορικὰ προσκυνηματικοῦ τουρισμοῦ, ὑποβάλλουν σχέδια γιὰ εὐσεβεῖς, ἱερὲς ἀποδημίες καὶ ὁδοιπορίες, προσκυνηματικὲς περιηγήσεις» (ἀρ. 407). Σ’ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἐντάσσεται μία «ποιμαντικὴ ἐνεργοποίηση τῆς μνήμης τῶν πόλεων» ὥστε ν’ ἀναδειχθοῦν παλὶμψηστος κώδικας στὸν ὁποῖο εἶναι καταγεγραμμένη στὴ διαχρονικότητά της ἡ ἱστορία τους. Γιὰ παράδειγμα ἔστω ἡ ἐρευνητικὴ προσπάθεια: Ἡ Ἀθήνα καὶ τὰ πέριξ της Ἀττικῆς (ἀρ. 214). Συνεργάτης του ὁ ἀποσπασμένος στὸν Τομέα Δρ.Θ. κ. Ἄγγελος Βαλλιανάτος. Ἡ πρωτοπορειακὴ αὐτὴ ἐρευνητικὴ ἐνασχόλησή του μὲ τὸν θεραπευτικὸ τουρισμὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν πρόσκλησή του νὰ γίνει μέλος τοῦ «Συνοδικοῦ Γραφείου Προσκυνηματικῶν Περιηγήσεων».

            Ἕνα σημαντικὸ τμῆμα τῆς ἐρευνητικῆς του δραστηριότητος συνίστατο στὴ διευκρίνιση τῶν πολὺ λεπτῶν σχέσεων μεταξὺ μιᾶς Κλινικῆς καὶ Θεραπευτικῆς Ποιμαντικῆς Θεολογίας μὲ τὴν Ψυχοπαθολογία καὶ τὴν Ψυχοθεραπεία. Πρόκειται γιὰ ἔρευνα ἐν ἐξελίξει ἡ ὁποία συνεχίζεται. Τὸ ἐρευνητικὸ σχέδιο (ἀρ. 289) ἔθεσε ἐρωτήματα μὲ πρόθεση νὰ τύχουν ἀπαντήσεων μετὰ ἀπὸ ἐξονυχιστικὴ ἐξέταση καὶ ἀνάλυση λειτουργικῶν κειμένων, τῆς προσευχῆς τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου, μιᾶς σειρᾶς ἀσκητικῶν καὶ πνευματικῶν κειμένων, ἀκόμα καὶ ἔργων τῆς χριστιανικῆς τέχνης, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στὴν ψυχικὴ ὑγεία καὶ ἀσθένεια, ἰδιαίτερα στὰ πάθη καὶ τὴ θεραπεία τους. Τὸ βασικὸ ἐρώτημα ἦταν: αὐτὸ ποὺ στὴ μακραίωνη πορεία τῆς Ἐκκλησίας διατυπώνεται ὡς παθολογία καὶ ἀπαιτεῖ μιὰ ἀντίστοιχη θεραπευτική, συναντᾶται μὲ τὴ σύγχρονη ἀντίληψη περὶ ψυχοπαθολογίας καὶ ψυχοθεραπείας, ποὺ ἐκπροσωποῦν οἱ ἐπιστῆμες τοῦ ἀνθρώπου σήμερα; Πιὸ συγκεκριμένα: Ὑπάρχει κάτι ἀνάλογο στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ νευρολογικὴ κλινικὴ σημειολογία στὴν Κλινικὴ Ἀνθρωπολογία (ἀγνωσία, ἀπραξία, σωματοαγνωσία, ἀβουλία, ἀρ. 226); Μιὰ ὁρισμένη ἀνάλυση τῶν παθῶν καὶ τῶν λογισμῶν θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ὁδηγήσει σὲ μία παθο-ανάλυση καὶ ἐνδεχομένως σὲ μία θεραπευτικὴ τῶν παθῶν; Μιὰ πρώτη καταγραφὴ τῶν ἀποτελεσμάτων κατατέθηκε στὸ Ἐκπαιδευτικὸ Πρόγραμμα «Ποιμαντικὴ πράξη καὶ ψυχικὴ ὑγεία» (ἀρ. 282). Ἕνα τμῆμα τῆς ἔρευνας ποὺ πραγματοποιήθηκε στὸ πλαίσιο ὁμαδικῆς ἐρευνητικῆς φροντιστηριακῆς ἐργασίας μὲ τὴν ἀρωγὴ τοὺ Δρ.Θ. κ. Ἄγγελου Βαλλιανάτου στὸ Μεταπτυχιακὸ μάθημα «Ποιμαντικὴ Ἐπικοινωνία», ἀποτυπώθηκε σὲ βιντεοκασέτα μὲ τίτλο Πάθη καὶ Ἀρετές (διαρκείας 62 λεπτῶν), ποὺ ὑλοποιήθηκε στὸ Ἐργαστήριο τῆς Αἴθουσας Πολυμέσων καὶ Ψηφιακῆς Τεχνολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς.

            Στὴν «ἐνοριακὴ ὀργάνωση καὶ ζωὴ» ἀφιέρωσε μέρος τῆς ἐρευνητικῆς του δραστηριότητας χρησιμοποιώντας σχετικό Ἐρωτηματολόγιο ποὺ ἀπευθυνόταν πρὸς ὅλους τοὺς Ἐφημερίους (ἀρ. 84) καὶ τοὺς παρακινοῦσε νὰ καταγράψουν τὴν ἱστορία τῶν ἐνοριῶν τους (ἀρ. 185). Στὴν ἔρευνα αὐτὴ ἔλαβαν μέρος καὶ οἱ φοιτητές του οἱ ὁποῖοι μὲ συστατικὴ ἐπιστολή του ἐπισκέπτονταν τὶς Ἐνορίες προέλευσης ἤ καὶ διαμονῆς τους καὶ συμπλήρωναν τὸ Ἐρωτηματολόγιο μὲ τὴ βοήθεια τῶν ἱερατικῶς προϊσταμένων. Ἐπρόκειτο γιὰ ἕνα εἰδος ἀσκήσεως μὲ σκοπὸ νὰ γνωρίσουν τὴν Ἐνορία τους καὶ νὰ τὴ γνωρίσουν στοὺς συμφοιτητές τους (ἀρ. 83). Μέρος τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ κατόπιν ἐπαληθεύσεως τῶν στοιχείων χρησιμοποιήθηκε γιὰ τὴ συγγραφὴ μεταπτυχιακῆς διπλωματικῆς ἐργασίας, ποὺ ἀφοροῦσε στὸ σύνολο τῶν Ἐνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν ἀπὸ τὸν Τριαντάφυλλο Μπολτέτσο. Ἐνδιαφέρουσα ἐρευνητικὴ προσέγγιση ἦταν καὶ Τὸ Παιχνίδι τῆς Ἐνορίας, ποὺ προσκαλοῦσε τοὺς παῖκτες «νὰ ἀνακαλύψουν ἐκ νέου τὴν Ἐνορία τους» (ἀρ. 261).

            Ἕνας ἄλλος τομέας ἐνασχόλησής του ἀποτέλεσε καὶ ἡ διερεύνηση τῆς ποιμαντικῆς παιδαγωγικῆς διαστάσεως τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν (ἀρ. 245, 281, 208 πρβλ. 163). Ἐμπειρικὴ ἔρευνα μὲ ἐρωτηματολόγιο εἶχε τὴν πρόθεση νὰ ἀξιοποιήσει τὴν ἐμπειρία τῶν συναδέλφων Θεολόγων Καθηγητῶν στὴ Μέση Ἐκπαίδευση. Στόχος τῆς ἔρευνας ἦταν νὰ ἀποτυπωθοῦν οἱ ἀπόψεις τῶν ἐν ἐνεργείᾳ Θεολόγων Καθηγητῶν τῆς Μέσης Ἐκπαίδευσης γιὰ τὸν τρόπο διδασκαλίας καθὼς καὶ οἱ προτάσεις τους γιὰ τὴ βελτίωση τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Ταυτόχρονα ἐπιχειρήθηκε νὰ ἀνιχνευτεῖ ὁ ρόλος τοῦ Θεολόγου τόσο στὴν κοινωνία, ὅσο καὶ στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ καταγραφεῖ ὁ σύγρονος προβληματισμὸς γιὰ τὸ ἔργο του καὶ τὶς δυνατότητές του. Ἡ Ἐπιτροπὴ Ἐρευνῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν χρηματοδότησε τὴν ἔκδοση τῶν ἀποτελεσμάτων. (Συνεργάτης ὁ ἀποσπασμένος στὸν Τομέα Δρ.Θ. Στέφανος Χρ. Κουμαρόπουλος). 

            Μία ἄλλη προσπάθεια ἀποσκοποῦσε στὴ διερεύνηση τῆς «φυσιογνωμίας» τῶν φοιτητῶν τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας προκειμένου νὰ διερευνηθοῦν οἱ προθέσεις καὶ οἱ σχεδιασμοί τους, ἡ ἠθελημένη σχέση τους μὲ τὴ θεολογικὴ σπουδὴ καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία καθὼς καὶ οἱ οἰκογενειακὲς καταβολὲς ὅσον ἀφορᾶ στὶς θρησκευτικὲς ἐπιλογές τους (ἀρ. 221). Συνεργάτης ὁ ἀποσπασμένος στὸν Τομέα Δρ.Θ. Ἀθανάσιος Ν. Παπαθανασίου.

Τελευταία, ὄχι ὅμως σὲ σπουδαιότητα, θὰ πρέπει νὰ ἀναφερθεῖ ἡ ἐρευνητικὴ μονογραφία Μνήμη καὶ λήθη στὴ Θεία Λειτουργία (ἀρ. 117). Τμῆμα εὐρύτερων ἀναζητήσεων ἡ μελέτη ξεκίνησε ἀπὸ τὴ βασικὴ διαπίστωση ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐκτὸς τῶν ἄλλων στρέφεται γύρω ἀπὸ ἕναν ἄξονα ποὺ ἔχει δύο πόλους: τὴ μνήμη καὶ τὴ λήθη. Συνεξετάζονται ὡς δίδυμες ἂν καὶ ἀντίθετες ἔννοιες. Μνήμη καὶ λήθη τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἑαυτοῦ του, τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ τῶν πραγμάτων καθορίζουν σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ συμπεριφορά του στὸν κόσμο. Ἐξειδικεύεται στὴ διερεύνηση καὶ περιγραφὴ τῶν σχέσεων μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν ψυχικῶν λειτουργιῶν (μνήμης καὶ λήθης), ὅπως αὐτὲς παρουσιάζονται στὶς ἐν χρήσει καθὼς καὶ σὲ παλαιότερες θεῖες λειτουργίες. Δὲν ἀρκέστηκε μόνο στὰ συγκεκριμένα κείμενα. Τὸ εἶδε τόσο ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅσο καὶ ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς πράξεως. Στὴν Εἰσαγωγὴ ἐντοπίζεται ὁ πνευματικὸς μηχανισμὸς τῶν ψυχολογικῶν λειτουργιῶν τῆς μνήμης, ἔτσι ὅπως αὐτὲς ἐνεργοποιοῦνται κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία, οἱ ὁποῖες ὄχι μόνο περιέχουν ἀλλὰ καὶ ὑπερβαίνουν τὶς γνωστὲς ἀπὸ τὴν Ψυχολογία λειτουργίες τῆς μνήμης. Στὸ πρῶτο κεφάλαιο ἀνιχνεύεται τὸ εἰδικὸ «λεξιλόγιο» (λέξεις, φράσεις, λόγοι, σημεῖα, σύμβολα, κινήσεις, ὀνόματα). Η Θ. Λειτουργία ἀπὸ τὴ φύση της εἶναι μνημεγερτικῆ. Στὸ δεύτερο κεφάλαιο ἀναλύεται ἰδιαιτέρως ἡ «παρουσιοποιητικὴ» μνήμη, τὴν ὁποία ἐνεργοποιεῖ ἡ Θ. Λειτουργία μέσω ποικίλων διαπροσωπικῶν σχέσεων. Στὸ τρίτο κεφάλαιο διαπιστώνεται τὸ παράδοξο τῆς εἰσχωρήσεως τῆς μνήμης στὸ μέλλον ἢ τῆς «παροντοποίησης» τοῦ μέλλοντος καθὼς καὶ μία «ταυτοποιητικὴ» λειτουργία τῆς μνήμης μὲ ἀφορμὴ μία «συνοπτικὴ κατηγορία» ἀνθρώπων, τοὺς πένητες (Χριστὸς-πένητες, πιστοὶ-μεμνημένοι τῶν πενήτων). Στὸ τέταρτο κεφάλαιο δείχνεται ὅτι κατὰ τὴ Θ. Λειτουργία ἡ μνήμη καὶ ἡ λήθη τῶν πιστῶν ἰσορροποῦν βάσει συνθήκης εἰρήνης κατὰ τὴν ὁποία ἀναιρεῖται ἡ μνησι-κακία καὶ προβάλλεται ὁ ἀσπασμὸς τῆς εἰρήνης ὡς ποιμαντικὴ θεραπευτικὴ μέθοδος. Στὸ πέμπτο κεφάλαιο φωτίζεται ἡ «ποιητικὴ» λειτουργία τῆς μνήμης (κάνω κάτι γιὰ νὰ θυμᾶμαι κάποιον, γιὰ νὰ μὴν τὸν ξεχνῶ). Ἡ μνήμη στὴν οὐσία της εἶναι ποιητικὴ τῆς ἀ-λήθειας. Μεταφέρεται ἐκτὸς Θ. Λειτουγίας στὸν ἐξωτερικὸ κόσμο. Ἀνοίγεται ἔτσι ἕνας ἀκόμα δρόμος ποιμαντικῆς διακονίας πρὸς τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀρχίζει μέσα ἀπὸ τὴ Θ. Λειτουργία καὶ συνεχίζει ἐκτὸς Θ. Λειτουργίας, ἐνεργοποιώντας αὐτὲς τὶς λειτουργίες μνήμης καὶ λήθης στὴν καθημερινὴ ζωὴ τῶν πιστῶν (βλ. καὶ ἀρ. 202).

 

 

Ἀνοικτή γραμμή: Ἡ συνεργασία του μὲ τὸ περιοδικὸ «Εὐθύνη» καὶ ἄλλα ἀνοίγματα

Σημειώσαμε μέχρι τώρα τὴν δραστηριότητα τοῦ Καθηγητοῦ στὸν ἀκαδημαικό, ἐπιστημονικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Τὴν προσπάθειά του νὰ μεταφέρει τοὺς καρποὺς τῶν σπουδῶν καὶ τῆς ἔρευνάς του σὲ συναδέλφους του, ἐπιστήμονες, προπτυχιακοὺς καὶ μεταπτυχιακοὺς φοιτητὲς καὶ σὲ στελέχη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο τρόπο (συγγράμματα, ἄρθρα, ἀνακοινώσεις, διαλέξεις, ὁμιλίες κ.λπ.). Ἀπομένει νὰ ἀναφερθοῦμε σ’ ἕνα τομέα ποὺ ὁ ἴδιος ἐκτιμᾶ ὡς πολὺ σημαντικό.

            Εἶναι ἡ προσπάθειά του μὲ δοκιμιακὴ γραφὴ νὰ ἀνιχνεύσει καὶ νὰ ἰχνηλατήσει δρόμους προσβάσεως σὲ ἕνα εὐρύτερο κοινὸ διανοουμένων καὶ νὰ μεταφέρει τὰ ζείδωρα μηνύματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ βιοτῆς σὲ περιβάλλοντα ποὺ τὰ ἀντιμετωπίζουν ἐνδεχομένως μὲ ἐπιφυλακτικότητα καὶ αὐστηρὰ κριτήρια εἰσόδου μὲ τρόπο, ὅμως, ὄχι συμβατικὸ ἀλλὰ συμβατὸ πρὸς τὶς ἀναμονές τους. Αὐτὸ τὸ καλλιέργησε ἐπὶ δεκαετία (1999-2009) καὶ κατόπιν παροτρύνσεως τοῦ Κώστα Ε. Τοιρόπουλου στὸ πλαίσιο τοῦ περιοδικοῦ «Εὐθύνη»,  ποὺ ἦταν ἕνα ἐφαλτήριο ἐλευθερίας καὶ γλώσσας, ἰδίως στὰ ἀφιερώματα τοῦ περιοδικοῦ κάθε Πάσχα καὶ Χριστούγεννα. Τὰ ἄρθρα του τῶν ὀκτὼ πρώτων χρόνων ἐκδόθηκαν σὲ τόμο μὲ τὸν χαρακτηριστικὸ τίτλο «Ἰχνηλασίες» (ἀρ. 373). Στὴν Ἐργογραφία τὰ ἄρθρα τῆς «Εὐθύνης» μνημονεύονται χωριστὰ. Τὰ περισσότερα ἄρθρα του τῆς τελευταίας διετίας καταχωρίζονται στὸν ἰστότοπο τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Θείας Λατρείας καὶ Ποιμαντικοῦ Ἔργου στὴ στήλη «Ποιμαντικά σχόλια στὴν ἐπικαιρότητα»:

http://www.ecclesia.gr/greek/holysynod/commitees/worship/main_poimsxolia_epikaira.htm

  • Τέτοιου τύπου ἀνοίγματα ἐπιχείρησε καὶ μὲ συνεντεύξεις ποὺ τοῦ ζητήθηκαν κυρίως ἀπὸ ἐκκλησιαστικοὺς Ραδιοφωνικοὺς (Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, Ἱ. Μ. Πειραιῶς, Ἱ. Μ. Φθιώτιδος) ἢ καὶ Τηλεοπτικοὺς Σταθμοὺς (Star Κεντρικῆς Ἑλλάδος) μὲ τὴν εὐκαιρία παρουσιάσεως βιβλίων του ἢ διαλέξεων ποὺ εἶχε πραγματοποιήσει.
  • Δὲν ἀρνήθηκε σὲ ὅσους τὸ ζήτησαν νὰ προλογίσει βιβλία τους ποὺ ἦταν κοντὰ στὰ ἐνδιαφέροντά του, ὅπως γιὰ παράδειγμα 1) τοῦ πατρὸς Ἀδαμαντίου Αὐγουστίδη (Ποιμένας καὶ θεραπευτὴς. Ζητήματα ποιμαντικῆς ψυχολογίας καὶ ποιμαντικῆς πρακτικῆς, Ἐκδ. «Ἀκρίτας» 1999· 2) τοῦ Θεόδωρου Ἰ. Ψαριώτη, Τὸ φυσικὸ περιβάλλον στὴν ὀρθόδοξη πίστη, Ἐκδ. Γρηγόρη 2001·   3) τοῦ Κωνσταντίνου Σ. Κενανίδη, Ἡ κρίση τῶν ἐφήβων στὴ σύγχρονη οἰκογένεια. Συμβουλευτικὴ ποιμαντικὴ προσέγγιση, Ἑλληνικὰ γράμματα 2005· 4) τῶν Κωνσταντίνου Καντάνη - Σταυρούλας Κάτσου, Ὁδοιπόροι τοῦ Θεοῦ, Ἐν πλῷ 2008.
  •  Προλογικὰ σημειώματα συνέταξε ἐπίσης γιὰ ἄρθρα τρίτων τὰ ὁποῖα φιλοξενοῦσε στὶς τακτικὲς στῆλες ποὺ ἐπιμελεῖτο στὸν «Ἐφημέριο»: Ποιμαντικὰ στιγμιότυπα, Περιπλανήσεις σὲ δρόμους ποιμαντικῆς διακονίας, Οἱ εἰδικοὶ σᾶς ἐνημερώνουν κ.ἄ. (ἀρ. 85, 87, 88, 93, 191, 212, 220, 221).
  • Μὲ εὐγνώμονα αἰσθήματα δέχτηκε ἐπίσης τὶς ἀφιερώσεις φοιτητῶν του στὴν ἔκδοση τῶν διδακτορικῶν τους διατριβῶν, ὅπως τοῦ Δημήτρη Ἀγγελῆ, Αἰσθητικὴ Βυζαντινή. Ἡ ἔννοια τοῦ κάλλους στὸν Μέγα Βασίλειο, Οἱ ἐκδόσεις τῶν Φίλων 2004 καὶ τοῦ Στέφανου Χρ. Κουμαρόπουλου, Ἡ συμβουλευτικὴ διάσταση τοῦ Θεολόγου Καθηγητῆ στὴ Δευτεροβάθμια Ἐκπαίδευση,  ποὺ περιελήφθη στὴν ἐτήσια ἐπιστημονικὴ ἐπετηρίδα «Εἱρμὸς» τεῦχος 2ο τοῦ 2005, Ἐκδ.  Ἀποστολικῆς Διακονίας 2006.

 


[1] Γιὰ τὴ συγκρότηση τῆς Βιογραφίας καὶ τῆς Ἐργογραφίας τοῦ καθηγητοῦ Ἀλεξάνδρου Μ. Σταυροπούλου χρησιμοποιήθηκαν: τὰ κατὰ καιροὺς Ὑπομνήματα (1977, 1984, 1986, 1990, 1997), τὰ ὁποῖα ὑπέβαλε ὁ κ. Σταυρόπουλος μὲ ἀφορμὴ κρίσεις πρὸς ἀνέλιξή του κατὰ τὶς διάφορες βαθμίδες· οἱ κατ’ αὐτὲς Εἰσηγητικὲς Ἐκθέσεις τῶν Συμβουλευτικῶν Ἐπιτροπῶν· τὰ Πρακτικὰ τῶν Συνεδριῶν κρίσεως τῆς ἀκαδημαϊκῆς του σταδιοδρομίας. Σημαντικὲς πληροφορίες ἔχουν ἐπίσης καταγραφεῖ στὶς Ἐπιστημονικὲς Ἐπετηρίδες τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (Ε.Ε.Θ.Σ.Π.Α) ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν τόμο ΚΕ΄ (1981) μέχρι καὶ τὸν παρόντα τόμο ΜΔ΄ (2009) ὅπου ὑπὸ τύπον Παραρτημάτων ἢ Χρονικῶν ἀναφέρονται οἱ ἐκδηλώσεις τῆς Σχολῆς καὶ οἱ ἐπιστημονικὲς δραστηριότητες τῶν μελῶν ΔΕΠ (συμμετοχή τους σὲ συνέδρια, ἡμερίδες, διαλόγους, διδασκαλία σὲ ξένα Πανεπιστήμια). Σημαντικὴ πηγὴ ἀπετέλεσε καὶ τὸ ἠλεκτρονικὸ «Ἐγχειρίδιο Ποιμαντικῆς» (25 χρόνια ἀρθρογραφίας στὸ περιοδικὸ «Ἐφημέριος»: 1983-2007) ἀρ. 416. Τὸ πιὸ πάνω ὑλικὸ σὲ μεγάλο βαθμὸ ἔχει ἐπεξεργασθεῖ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ συνεργάτου του κ. Στέφανου Χρ. Κουμαρόπουλου Δρ. Θ.

[2] Ὁ ἀριθμὸς 208 παραπέμπει στὴ συνημμένη Ἐργογραφία τοῦ Καθηγητοῦ. Σὲ ὁρισμένα σημεῖα τοῦ Βιογραφικοῦ θὰ παραπέμπουμε σ’ αὐτὴν ὥστε ὁ ἀναγνώστης νὰ μπορεῖ σὲ ἀντίστοιχα δημοσιεύματα νὰ βρίσκει συμπληρωματικὲς πληροφορίες.

cv_al._stavropoulos_in_english.docx13 KB