Η ιστορία της κατάρτισης εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών στην Ελλάδα: ένα από τα ανοικτά ζητήματα στην ιστοριογραφία της ελληνικής εκπαίδευσης

Citation:

Δαλακούρα Κ, Χατζηστεφανίδου Σ, Χουρδάκης Α. Η ιστορία της κατάρτισης εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών στην Ελλάδα: ένα από τα ανοικτά ζητήματα στην ιστοριογραφία της ελληνικής εκπαίδευσης. In: Ιστοριογραφία της ελληνικής εκπαίδευσης. Επανεκτιμήσεις και προοπτικές. Ρέθυμνο: Εκδόσεις Φιλοσοφικής Σχολής Κρήτης; 2015. pp. 445-472.

Abstract:

Το ζήτημα της κατάρτισης του διδακτικού προσωπικού δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι
ευρύ και πολυεπίπεδο. Στην Ελλάδα, έχει απασχολήσει κυρίως την παιδαγωγική και
κοινωνιολογική έρευνα, απότοκο της οποίας είναι μια πλούσια βιβλιογραφική παραγωγή. Οι
ιστορικές προσεγγίσεις, πιο περιορισμένες σε αριθμό, συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με την
πανεπιστημιακή ιστοριογραφία. Αυτή η τελευταία εστιάζει κυρίως στη μελέτη του
πανεπιστημιακού θεσμού με κύριους άξονες τη λειτουργία του, τη συμβολή του στο δημόσιο
βίο, τη φυσιογνωμία του διδακτικού προσωπικoύ, τη σύνθεση του φοιτητικού πληθυσμού˙
εξετάζει επίσης, αν και σπανιότερα, την έμφυλη διάσταση της ιστορίας του. Ειδικότερα, οι
μελέτες που ερευνούν επιμέρους καθηγητικές σχολές θέτουν στο επίκεντρο κυρίως ζητήματα
που αφορούν στην εκπαιδευτική λειτουργία, όπως είναι η συγκρότηση γνωστικών
αντικειμένων, τα προγράμματα σπουδών, η φιλοσοφία τους και ο ρόλος τους στη
διαμόρφωση της εθνικής ιδεολογίας, οι μέθοδοι διδασκαλίας.
Παρά τη γονιμότητα αυτής της ιστοριογραφικής δραστηριότητας, υπάρχουν πλευρές της
ιστορικής πορείας του ελληνικού πανεπιστημιακού θεσμού, που παραμένουν ανεξερεύνητες.
Η εργασία αυτή αφορά σε ένα ζήτημα ανοικτό: την κατάρτιση των εκπαιδευτικών ξένης γλώσσας. Στην ελληνική
βιβλιογραφία, η ιστορία της εκπαίδευσης των καθηγητών αυτής της ειδικότητας αγνοείται
από τη μεγάλη πλειοψηφία των ευρύτερων ερευνών της ιστορίας της εκπαίδευσης. Θίγεται
δε, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, σε πολύ περιορισμένο βαθμό και εξαιρετικά
αποσπασματικά σε μελέτες με κύριο αντικείμενο τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών στη
δημόσια δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια ελληνική εκπαίδευση.
Η σχετική απουσία του ιστορικού ενδιαφέροντος για το θέμα ίσως συνδέεται με την
ιδιαιτερότητα που παρουσιάζει στην Ελλάδα η συγκρότηση των ξένων φιλολογιών και
πολιτισμών σε γνωστικό αντικείμενο πανεπιστημιακών σπουδών. Αυτή αποτυπώνεται στη
σχετικά πρόσφατη (εκκινώντας από τη δεκαετία του 1950) δημιουργία στη Φιλοσοφική
Σχολή των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης ειδικών τμημάτων γι αυτό το σκοπό.
Η καθυστέρηση/υστέρηση αυτή, αν και δεν αποτελεί ελληνική ιδιοτυπία, ξαφνιάζει
δεδομένου ότι η γαλλική γλώσσα διδάσκεται στα δημόσια Ελληνικά σχολεία και Γυμνάσια
ήδη από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η δε αγγλική και γερμανική, ουσιαστικά από τις
αρχές του 20ού αιώνα, στις εμπορικές κυρίως σχολές. Όμως ακριβώς επειδή οι
συγκεκριμένες σπουδές άργησαν να ενταχθούν στον ακαδημαϊκό χώρο, η ιστορία της
εκπαίδευσης του αντίστοιχου διδακτικού προσωπικού υπερβαίνει τα όρια εκείνης του
πανεπιστημίου καθότι, ανάλογα με την περίοδο που κάθε φορά εξετάζεται, διαμορφώνεται ή
συνδιαμορφώνεται από φορείς εξωπανεπιστημιακούς και μάλιστα ετεροεθνείς. Επομένως,
δεδομένης της εμπλοκής ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην κατάρτιση Ελλήνων
δημοσίων λειτουργών, η γένεση του ζητήματος της επαγγελματικής μόρφωσης των
καθηγητών/τριών αυτής της ειδικότητας και η θεσμική πορεία του συνδιαλέγονται άμεσα με
την ευρύτερη πολιτική και διπλωματική συγκυρία. Η ιστορία της δημιουργίας
συγκροτημένων δομών προετοιμασίας για τη διδασκαλία ξένων γλωσσών στη δημόσια
εκπαίδευση, στο μέτρο που συνδέεται κατ’ έναν τρόπο με τις έμφυλες μεταβολές που
παρατηρούνται στη σύνθεση του συγκεκριμένου καθηγητικού σώματος, επιδέχεται και μία
ακόμη ανάγνωση, η οποία προσδίδει μια επιπλέον διάσταση στο ζήτημα, εκείνης του φύλου.
Στόχος της παρούσας εισήγησης είναι η οριοθέτηση ενός πολυδιάστατου πεδίου έρευνας, που
εγγράφεται, λοιπόν, στα όρια της ιστορίας της εκπαίδευσης, της διπλωματικής ιστορίας αλλά
και εκείνης του φύλου. Η τριπλή αυτή προσέγγιση υπαγορεύεται από την αναγκαιότητα
διεύρυνσης και σε άλλους ερευνητικούς χώρους του πεδίου παρατήρησης ενός ζητήματος
που εντάσσεται, βέβαια, καταρχήν, στο πλαίσιο της ελληνικής πανεπιστημιακής ιστορίας.
Αναδεικνύει δε την πολλαπλότητα των επιπέδων της ιστορικής ανάλυσης και επιτρέπει την
εισαγωγή μεθοδολογικών και ερμηνευτικών εργαλείων από διαφορετικά πεδία της ιστορικής
έρευνας. Σε αυτό το πλαίσιο, επιδιώκεται μια πρώτη ιστοριογραφική καταγραφή˙ μια
αποτίμηση, τέλος, των προοπτικών-οπτικών που ανοίγονται για την έρευνα στην ιστορία της
εκπαίδευσης.

Publisher's Version